Μόναχο
Μια νέα μέθοδο για τον εντοπισμό των καταλληλότερων εμβρύων πριν την εμφύτευσή τους στη μήτρα η οποία μπορεί να αυξήσει σημαντικά τα ποσοστά επιτυχίας της εξωσωματικής γονιμοποίησης ανέπτυξε διεθνής ομάδα ειδικών με επικεφαλής ελληνίδα ερευνήτρια.
Υψηλά επίπεδα, χαμηλά αποτελέσματα....
Όπως ανέφεραν οι ειδικοί, η παρουσία υψηλών επιπέδων μιτοχονδριακού DNA σε έμβρυα πρώιμου σταδίου αποτελεί σημάδι αποτυχίας εμφύτευσης του εμβρύου και επίτευξης εγκυμοσύνης. Μάλιστα, οι ερευνητές εντόπισαν ένα κατώφλι στην ποσότητα του μιτοχονδριακού DNA που πρέπει να έχουν τα έμβρυα. Όταν αυτό το κατώφλι ξεπεραστεί, τότε δεν είναι συνετό να γίνεται εμφύτευση του εμβρύου, σημειώνουν οι επιστήμονες, επικεφαλής των οποίων ήταν η δρ Ελπίδα Φραγκούλη από το Τμήμα Μαιευτικής και Γυναικολογίας Nuffield του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και το Reprogenetics UK, μια ομάδα ειδικών στην αντιμετώπιση της υπογονιμότητας.
Κάθε χρόνο εκατομμύρια ζευγάρια παγκοσμίως υποβάλλονται σε εξωσωματική γονιμοποίηση, ωστόσο πολλά από αυτά δεν καταφέρνουν να αποκτήσουν παιδί, συχνά επειδή το έμβρυο δεν εμφυτεύεται στη μήτρα. Αυτό μπορεί να συμβεί επειδή το έμβρυο φέρει γενετικά ελαττώματα, ωστόσο μπορεί επίσης να συμβεί ακόμη και αν φαίνεται υγιές με βάση τα υπάρχοντα τεστ. Εκτιμάται ότι το νέο εύρημα θα μπορούσε να δώσει μια εξήγηση για περίπου μία στις τρεις αποτυχίες εμφύτευσης του εμβρύου στη μήτρα.
Νέος ανεξάρτητος βιοδείκτης
Όπως ανέφερε η δρ Φραγκούλη, η καινούργια ανακάλυψη φαίνεται ότι μπορεί να προσφέρει στους ειδικούς έναν νέο ανεξάρτητο βιοδείκτη της βιωσιμότητας των εμβρύων, βοηθώντας έτσι στην επιλογή των καλύτερων εμβρύων για εμφύτευση στη μήτρα. Η ειδικός προσέθεσε ότι οι περισσότερες κλινικές IVF εμφανίζουν ποσοστά επιτυχίας της τάξεως του 20%-30%. Το ποσοστό αυτό, όπως είπε, μπορεί να ανέβει στο 40% μετά την εφαρμογή προεμφυτευτικού γενετικού ελέγχου του ωαρίου ή του εμβρύου για ύπαρξη χρωμοσωμικών ανωμαλιών οι οποίες αποτελούν κύρια αιτία αποβολών αλλά και γέννησης παιδιών με σύνδρομα όπως το Down. «Πιστεύουμε ότι προσθέτοντας και τον νέο βιοδείκτη στη διαδικασία μπορούμε να αυξήσουμε τα ποσοστά επίτευξης εγκυμοσύνης και γέννησης παιδιού στο 50% ή και 60%. Πρόκειται για μια πολύ εύκολη διαδικασία που διαρκεί περί τις δύο ώρες και παρότι δεν έχει ακόμη αποφασιστεί η τιμή της, αναμένεται να είναι πολύ φθηνή» σημείωσε η ερευνήτρια.
Συμπλήρωσε ότι σε κάποιες χώρες όπως στη Βρετανία και στην Ισπανία η τεχνική εφαρμόζεται ήδη στο πλαίσιο του ελέγχου των εμβρύων προκειμένου να συλλεγούν σε ερευνητικό πλαίσιο στοιχεία ώστε να φθάσει η στιγμή της εμπορικής ανάπτυξης ενός τεστ.
«Κλειδί» ποσότητα του μιτοχονδριακού DNA....
Διαβάστε περισσότερα στο: www.tovima.gr